Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνθρωπόμιμος
ἀνθρωπόμορφος
ἀνθρωπονομικός
ἀνθρωπόνοος
ἀνθρωπόομαι
ἀνθρωποπάθεια
ἀνθρωποπαθέω
ἀνθρωποπαθής
ἀνθρωποπλάστης
ἀνθρωποποιέω
ἀνθρωποποιΐα
ἀνθρωποποιός
ἀνθρωπόπολις
ἀνθρωπορραίστης
ἄνθρωπος
ἀνθρωποσφαγέω
ἀνθρωπότης
ἀνθρωποτρόφος
ἀνθρωποφαγέω
ἀνθρωποφαγία
ἀνθρωποφαγικῶς
View word page
ἀνθρωποποιΐα
a making of man

ShortDef

a making of man

Debugging

Headword:
ἀνθρωποποιΐα
Headword (normalized):
ἀνθρωποποιΐα
Headword (normalized/stripped):
ανθρωποποιια
IDX:
7727
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7728
Key:

Data

{'content': 'a making of man'}