Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πτίσμα
πτισμός
πτίσσω
πτιστέον
πτιστής
πτιστικός
πτόα
πτοέω
πτόησις
πτοητός
πτοία
πτοιαλέος
πτοίησις
πτοιώδης
Πτολεμαϊκός
Πτολεμαῖος
Πτολεμαΐς
Πτολεμαίτης
πτολίεθρον
πτολίοικος
πτολίπορθος
View word page
πτοία
terror, fright
ShortDef
terror, fright
Debugging
Headword:
πτοία
Headword (normalized):
πτοία
Headword (normalized/stripped):
πτοια
IDX:
77275
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77276
Key:
Data
{'content': 'terror, fright'}