Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πτεροφόρος
πτεροφυέω
πτεροφυής
πτεροφυΐα
πτεροφύτωρ
πτερόω
πτερυγίζω
πτερύγιον
πτερύγισμα
πτερυγοειδής
πτερυγοποίκιλος
πτερυγοτομέω
πτερυγοτόμος
πτερυγοφόρος
πτερυγόω
πτερυγώδης
πτερυγωκής
πτερύγωμα
πτερυγωτός
πτέρυξ
πτερύσσομαι
View word page
πτερυγοποίκιλος
with particoloured wings

ShortDef

with particoloured wings

Debugging

Headword:
πτερυγοποίκιλος
Headword (normalized):
πτερυγοποίκιλος
Headword (normalized/stripped):
πτερυγοποικιλος
IDX:
77225
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77226
Key:

Data

{'content': 'with particoloured wings'}