Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Πτερνοφάγος
πτεροβάμων
πτεροδόνητος
πτεροείμων
πτερόεις
πτερόιππος
πτεροκοπέω
πτερόν
πτερονόμος
πτεροποίκιλος
πτερόπους
πτερορρυέω
πτερορρύμσις
πτερότης
πτεροφόρας
πτεροφόρος
πτεροφυέω
πτεροφυής
πτεροφυΐα
πτεροφύτωρ
πτερόω
View word page
πτερόπους
wing-footed
ShortDef
wing-footed
Debugging
Headword:
πτερόπους
Headword (normalized):
πτερόπους
Headword (normalized/stripped):
πτεροπους
IDX:
77210
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77211
Key:
Data
{'content': 'wing-footed'}