Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πτέρνα
πτέρνη
πτερνίζω
πτέρνιξ
πτερνίς
πτέρνις
πτερνισμός
πτερνιστής
πτερνοβατέω
πτερνοβάτης
Πτερνογλύφος
πτερνοκοπέω
πτέρνος
Πτερνοτρώκτης
Πτερνοφάγος
πτεροβάμων
πτεροδόνητος
πτεροείμων
πτερόεις
πτερόιππος
πτεροκοπέω
View word page
Πτερνογλύφος
Ham-scraper

ShortDef

Ham-scraper

Debugging

Headword:
Πτερνογλύφος
Headword (normalized):
πτερνογλύφος
Headword (normalized/stripped):
πτερνογλυφος
IDX:
77196
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77197
Key:

Data

{'content': 'Ham-scraper'}