Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρωτόφυτος
πρωτόχνοος
πρωτόχορος
πρωτοχρονέω
πρωτόχρονος
πρωτόχυτος
πρωτοψάλτης
πρωτρίς
Πρωτώ
πρωτώλη
πταῖμα
πταίρω
πταῖσμα
πταιστός
πταίω
πτακάδις
πτακάλα
πτάκις
πτακισμός
πτακωρέω
πταλόν
View word page
πταῖμα
stumble

ShortDef

stumble

Debugging

Headword:
πταῖμα
Headword (normalized):
πταῖμα
Headword (normalized/stripped):
πταιμα
IDX:
77158
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77159
Key:

Data

{'content': 'stumble'}