Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρωτοφύλαξ
πρωτόφυτος
πρωτόχνοος
πρωτόχορος
πρωτοχρονέω
πρωτόχρονος
πρωτόχυτος
πρωτοψάλτης
πρωτρίς
Πρωτώ
πρωτώλη
πταῖμα
πταίρω
πταῖσμα
πταιστός
πταίω
πτακάδις
πτακάλα
πτάκις
πτακισμός
πτακωρέω
View word page
πρωτώλη
[lexical cite]

ShortDef

[lexical cite]

Debugging

Headword:
πρωτώλη
Headword (normalized):
πρωτώλη
Headword (normalized/stripped):
πρωτωλη
IDX:
77157
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77158
Key:

Data

{'content': '[lexical cite]'}