Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρωτόρριζος
πρωτόρρυτος
πρωτός
πρῶτος
Πρῶτος
πρωτοσέληνος
πρωτοσπόρος
πρωτόστακτος
πρωτοστασία
πρωτοστάσιον
πρωτοστατέω
πρωτοστάτης
πρωτοστολιστής
πρωτοστρατηγία
πρωτόσφακτος
πρωτοσχεδής
πρωτότευκτος
πρωτότμητος
πρωτοτοκεῖα
πρωτοτοκεύω
πρωτοτοκέω
View word page
πρωτοστατέω
stand first
ShortDef
stand first
Debugging
Headword:
πρωτοστατέω
Headword (normalized):
πρωτοστατέω
Headword (normalized/stripped):
πρωτοστατεω
IDX:
77118
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77119
Key:
Data
{'content': 'stand first'}