Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρωτολογία
πρωτολόγιμος
πρωτολόγος
πρωτολοχία
πρωτόμαντις
πρωτόμαχος
Πρωτόμαχος
Πρωτομέδεια
πρωτόμισθος
πρωτόμοιρος
πρωτόμορος
πρωτομυσής
πρωτομύστης
πρωτόμφαλον
πρωτόνεως
πρωτονύμφευτος
πρωτοπαγής
πρωτοπάθεια
πρωτοπαθέω
πρωτοπαθής
πρωτόπαλος
View word page
πρωτόμορος
dying or dead first

ShortDef

dying or dead first

Debugging

Headword:
πρωτόμορος
Headword (normalized):
πρωτόμορος
Headword (normalized/stripped):
πρωτομορος
IDX:
77079
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77080
Key:

Data

{'content': 'dying or dead first'}