Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρωτόκτιστος
πρωτοκτόνος
πρωτοκύμων
πρωτοκύων
πρωτοκωμήτης
πρωτόλεια
πρωτολεχής
πρωτόληνα
πρωτολογία
πρωτολόγιμος
πρωτολόγος
πρωτολοχία
πρωτόμαντις
πρωτόμαχος
Πρωτόμαχος
Πρωτομέδεια
πρωτόμισθος
πρωτόμοιρος
πρωτόμορος
πρωτομυσής
πρωτομύστης
View word page
πρωτολόγος
speaking first
ShortDef
speaking first
Debugging
Headword:
πρωτολόγος
Headword (normalized):
πρωτολόγος
Headword (normalized/stripped):
πρωτολογος
IDX:
77071
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77072
Key:
Data
{'content': 'speaking first'}