Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρωτοκόμης
πρωτοκοσμέω
πρωτόκοσμος
πρωτοκουρία
πρωτόκουρος
πρωτοκτίστης
πρωτόκτιστος
πρωτοκτόνος
πρωτοκύμων
πρωτοκύων
πρωτοκωμήτης
πρωτόλεια
πρωτολεχής
πρωτόληνα
πρωτολογία
πρωτολόγιμος
πρωτολόγος
πρωτολοχία
πρωτόμαντις
πρωτόμαχος
Πρωτόμαχος
View word page
πρωτοκωμήτης
head man of a village

ShortDef

head man of a village

Debugging

Headword:
πρωτοκωμήτης
Headword (normalized):
πρωτοκωμήτης
Headword (normalized/stripped):
πρωτοκωμητης
IDX:
77065
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77066
Key:

Data

{'content': 'head man of a village'}