Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρωτοβόλος
πρωτόβολος
πρωτόγαλα
πρωτογαμία
πρωτόγαμος
πρωτογένεια
πρωτογένειος
πρωτογενέσια
πρωτογένημα
πρωτογενής
Πρωτογένης
πρωτογέννητος
πρωτογεύστης
πρωτογλυφής
πρωτόγναφος
πρωτογονία
πρωτόγονος
πρωτογύναικες
πρωτοδαής
πρωτόδαμνος
πρωτοδέκανος
View word page
Πρωτογένης
Protogenes
ShortDef
Protogenes
Debugging
Headword:
Πρωτογένης
Headword (normalized):
πρωτογένης
Headword (normalized/stripped):
πρωτογενης
IDX:
77026
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77027
Key:
Data
{'content': 'Protogenes'}