Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρωταυράριος
πρωτέγγραφος
πρωτεῖον
πρώτειος
πρωτείρης
πρωτελληνοδίκης
πρωτενίαυτος
πρωτενσιτεύω
πρῳτερική
πρωτεσιλάειον
Πρωτεσίλαος
πρωτεύς
Πρωτεύς
πρωτεύω
πρωτηρότης
πρωτιστεύω
πρώτιστος
πρωτοβαθρέω
πρωτόβαθρος
πρωτοβολέω
πρωτοβολία
View word page
Πρωτεσίλαος
Protesilaus, first-of-the-people
ShortDef
Protesilaus, first-of-the-people
Debugging
Headword:
Πρωτεσίλαος
Headword (normalized):
πρωτεσίλαος
Headword (normalized/stripped):
πρωτεσιλαος
IDX:
77005
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77006
Key:
Data
{'content': 'Protesilaus, first-of-the-people'}