Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρώταρχος
Πρώταρχος
πρωταύλης
πρωταυράριος
πρωτέγγραφος
πρωτεῖον
πρώτειος
πρωτείρης
πρωτελληνοδίκης
πρωτενίαυτος
πρωτενσιτεύω
πρῳτερική
πρωτεσιλάειον
Πρωτεσίλαος
πρωτεύς
Πρωτεύς
πρωτεύω
πρωτηρότης
πρωτιστεύω
πρώτιστος
πρωτοβαθρέω
View word page
πρωτενσιτεύω
to be first on the list of those receiving free maintenance
ShortDef
to be first on the list of those receiving free maintenance
Debugging
Headword:
πρωτενσιτεύω
Headword (normalized):
πρωτενσιτεύω
Headword (normalized/stripped):
πρωτενσιτευω
IDX:
77002
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-77003
Key:
Data
{'content': 'to be first on the list of those receiving free maintenance'}