Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνθρωπιστί
ἀνθρωποβορέω
ἀνθρωποβορία
ἀνθρωποβόρος
ἀνθρωπόγλωσσος
ἀνθρωπογναφεῖον
ἀνθρωπογονέω
ἀνθρωπογονία
ἀνθρωπογράφος
ἀνθρωποδαίμων
ἀνθρωπόδηκτος
ἀνθρωποειδής
ἀνθρωποείκελος
ἀνθρώποθεν
ἀνθρωποθηρία
ἀνθρωπόθυμος
ἀνθρωποθυσία
ἀνθρωποθυτέω
ἀνθρωποκομικός
ἀνθρωποκτονέω
ἀνθρωπόκτονος
View word page
ἀνθρωπόδηκτος
bitten by a man

ShortDef

bitten by a man

Debugging

Headword:
ἀνθρωπόδηκτος
Headword (normalized):
ἀνθρωπόδηκτος
Headword (normalized/stripped):
ανθρωποδηκτος
IDX:
7699
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7700
Key:

Data

{'content': 'bitten by a man'}