Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρών
πρώξ
πρῷρα
πρῴραθε
πρῴραθεν
πρῳρατεύω
πρῳράτης
πρῳρατικός
πρῳραχθής
Πρωρεύς
πρῳρεύς
πρώρη
πρωρός
πρωτάγγελος
Πρωταγόρας
Πρωταγόρειος
πρωτάγριον
πρωταγωνιστέω
πρωταγωνιστής
πρωταίτιος
πρωτανακλίτης
View word page
πρῳρεύς
the officer in command at the bow, the look-out man
ShortDef
the officer in command at the bow, the look-out man
Debugging
Headword:
πρῳρεύς
Headword (normalized):
πρῳρεύς
Headword (normalized/stripped):
πρωρευς
IDX:
76978
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76979
Key:
Data
{'content': 'the officer in command at the bow, the look-out man'}