Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρώκιος
πρωκτίζω
πρωκτοπεντετηρίς
πρωκτός
πρωκτοτηρέω
πρωλυθίαι
Πρώμνη
Πρωμόνα
πρῷμος
πρών
πρώξ
πρῷρα
πρῴραθε
πρῴραθεν
πρῳρατεύω
πρῳράτης
πρῳρατικός
πρῳραχθής
Πρωρεύς
πρῳρεύς
πρώρη
View word page
πρώξ
a dewdrop
ShortDef
a dewdrop
Debugging
Headword:
πρώξ
Headword (normalized):
πρώξ
Headword (normalized/stripped):
πρωξ
IDX:
76969
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76970
Key:
Data
{'content': 'a dewdrop'}