Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρωϊβλαστία
πρωιζά
πρωϊζός
πρωΐθεν
πρωϊκαρπέω
πρωϊκαρπία
πρωΐκαρπος
πρώϊμος
πρωϊνός
πρώιον
πρώϊος
πρωϊότης
πρωϊσπορέομαι
πρωΐσπορος
πρώκεα
πρώκινος
πρώκιος
πρωκτίζω
πρωκτοπεντετηρίς
πρωκτός
πρωκτοτηρέω
View word page
πρώϊος
early
ShortDef
early
Debugging
Headword:
πρώϊος
Headword (normalized):
πρώϊος
Headword (normalized/stripped):
πρωιος
IDX:
76953
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76954
Key:
Data
{'content': 'early'}