Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρωϊβλαστέω
πρωϊβλαστής
πρωϊβλαστία
πρωιζά
πρωϊζός
πρωΐθεν
πρωϊκαρπέω
πρωϊκαρπία
πρωΐκαρπος
πρώϊμος
πρωϊνός
πρώιον
πρώϊος
πρωϊότης
πρωϊσπορέομαι
πρωΐσπορος
πρώκεα
πρώκινος
πρώκιος
πρωκτίζω
πρωκτοπεντετηρίς
View word page
πρωϊνός
early

ShortDef

early

Debugging

Headword:
πρωϊνός
Headword (normalized):
πρωϊνός
Headword (normalized/stripped):
πρωινος
IDX:
76951
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76952
Key:

Data

{'content': 'early'}