Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρῳηρότης
πρωθευρετής
πρωθήβης
πρώθηβος
πρωθύπνιον
πρωθύστερος
Πρωθώ
πρωΐ
πρωΐα
πρωϊανθής
πρωϊβλαστέω
πρωϊβλαστής
πρωϊβλαστία
πρωιζά
πρωϊζός
πρωΐθεν
πρωϊκαρπέω
πρωϊκαρπία
πρωΐκαρπος
πρώϊμος
πρωϊνός
View word page
πρωϊβλαστέω
sprout early

ShortDef

sprout early

Debugging

Headword:
πρωϊβλαστέω
Headword (normalized):
πρωϊβλαστέω
Headword (normalized/stripped):
πρωιβλαστεω
IDX:
76941
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76942
Key:

Data

{'content': 'sprout early'}