Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρύτανις
Πρύτανις
πρυτανῖτις
πρώην
πρῳηρότης
πρωθευρετής
πρωθήβης
πρώθηβος
πρωθύπνιον
πρωθύστερος
Πρωθώ
πρωΐ
πρωΐα
πρωϊανθής
πρωϊβλαστέω
πρωϊβλαστής
πρωϊβλαστία
πρωιζά
πρωϊζός
πρωΐθεν
πρωϊκαρπέω
View word page
Πρωθώ
Protho
ShortDef
Protho
Debugging
Headword:
Πρωθώ
Headword (normalized):
πρωθώ
Headword (normalized/stripped):
πρωθω
IDX:
76937
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76938
Key:
Data
{'content': 'Protho'}