Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρύμνηθεν
πρυμνήσια
πρυμνήσιος
Πρυμνησσός
πρυμνήτης
πρυμνητικός
πρυμνόθεν
πρυμνόν
πρυμνός
πρυμνοῦχος
Πρυμνώ
πρυμνώρεια
πρυμνωρείη
πρυτανάρχης
πρυτανεία
Πρυτανεία
πρυτανεῖον
πρυτάνειος
πρυτάνευμα
πρυτανεύς
πρυτανεύω
View word page
Πρυμνώ
Prymno

ShortDef

Prymno

Debugging

Headword:
Πρυμνώ
Headword (normalized):
πρυμνώ
Headword (normalized/stripped):
πρυμνω
IDX:
76915
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76916
Key:

Data

{'content': 'Prymno'}