Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρόωρος
πρόωσις
προωσμός
προώστης
προωστικός
προωφελέω
πρόωφος
πρυλέες
πρυλεύσεις
πρύλις
πρυμνά
πρύμνα
πρύμναδε
πρυμναῖος
Πρυμνεύς
πρυμνεύς
πρύμνη
πρύμνηθεν
πρυμνήσια
πρυμνήσιος
Πρυμνησσός
View word page
πρυμνά
prow
ShortDef
prow
Debugging
Headword:
πρυμνά
Headword (normalized):
πρυμνά
Headword (normalized/stripped):
πρυμνα
IDX:
76898
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76899
Key:
Data
{'content': 'prow'}