Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προῳδικός
προωδίνω
προῳδός
προώδων
προωθέω
προώλης
προωμοσία
προωνέομαι
προωνύμιον
προώνυμος
προώριος
πρόωρος
πρόωσις
προωσμός
προώστης
προωστικός
προωφελέω
πρόωφος
πρυλέες
πρυλεύσεις
πρύλις
View word page
προώριος
dying untimely

ShortDef

dying untimely

Debugging

Headword:
προώριος
Headword (normalized):
προώριος
Headword (normalized/stripped):
προωριος
IDX:
76887
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76888
Key:

Data

{'content': 'dying untimely'}