Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προχωρητικός
πρόχωσις
προψαλάσσω
πρόψαλμα
προψηλαφάω
προψηλάφημα
προψηνίζω
προψηφίζομαι
προψυχρίζω
προψύχω
προῳδικός
προωδίνω
προῳδός
προώδων
προωθέω
προώλης
προωμοσία
προωνέομαι
προωνύμιον
προώνυμος
προώριος
View word page
προῳδικός
of/for prelude

ShortDef

of/for prelude

Debugging

Headword:
προῳδικός
Headword (normalized):
προῳδικός
Headword (normalized/stripped):
προωδικος
IDX:
76877
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76878
Key:

Data

{'content': 'of/for prelude'}