Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προχωννύω
προχωρέω
προχώρημα
προχώρησις
προχωρητέον
προχωρητικός
πρόχωσις
προψαλάσσω
πρόψαλμα
προψηλαφάω
προψηλάφημα
προψηνίζω
προψηφίζομαι
προψυχρίζω
προψύχω
προῳδικός
προωδίνω
προῳδός
προώδων
προωθέω
προώλης
View word page
προψηλάφημα
prelude
ShortDef
prelude
Debugging
Headword:
προψηλάφημα
Headword (normalized):
προψηλάφημα
Headword (normalized/stripped):
προψηλαφημα
IDX:
76872
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76873
Key:
Data
{'content': 'prelude'}