Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

πρόχωλος
πρόχωμα
προχῶναι
προχωνεύω
προχωννύω
προχωρέω
προχώρημα
προχώρησις
προχωρητέον
προχωρητικός
πρόχωσις
προψαλάσσω
πρόψαλμα
προψηλαφάω
προψηλάφημα
προψηνίζω
προψηφίζομαι
προψυχρίζω
προψύχω
προῳδικός
προωδίνω
View word page
πρόχωσις
promontory, embankment, mole

ShortDef

promontory, embankment, mole

Debugging

Headword:
πρόχωσις
Headword (normalized):
πρόχωσις
Headword (normalized/stripped):
προχωσις
IDX:
76868
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76869
Key:

Data

{'content': 'promontory, embankment, mole'}