Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προχρονέω
πρόχρονος
προχυλόω
πρόχυμα
πρόχυσις
προχύται
προχυταῖος
προχυτήριον
προχύτης
προχυτικός
προχυτός
πρόχωλος
πρόχωμα
προχῶναι
προχωνεύω
προχωννύω
προχωρέω
προχώρημα
προχώρησις
προχωρητέον
προχωρητικός
View word page
προχυτός
poured out in front

ShortDef

poured out in front

Debugging

Headword:
προχυτός
Headword (normalized):
προχυτός
Headword (normalized/stripped):
προχυτος
IDX:
76857
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76858
Key:

Data

{'content': 'poured out in front'}