Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προχρίω
προχρονέω
πρόχρονος
προχυλόω
πρόχυμα
πρόχυσις
προχύται
προχυταῖος
προχυτήριον
προχύτης
προχυτικός
προχυτός
πρόχωλος
πρόχωμα
προχῶναι
προχωνεύω
προχωννύω
προχωρέω
προχώρημα
προχώρησις
προχωρητέον
View word page
προχυτικός
of/for pouring
ShortDef
of/for pouring
Debugging
Headword:
προχυτικός
Headword (normalized):
προχυτικός
Headword (normalized/stripped):
προχυτικος
IDX:
76856
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76857
Key:
Data
{'content': 'of/for pouring'}