Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προχειμάζω
προχείμασις
προχειράριος
προχειρίζω
προχείριον
προχείρισις
προχειρισμός
προχειριστέον
πρόχειρον
προχειρόομαι
πρόχειρος
προχειρότης
προχειροτονέω
προχειροτονία
προχειρουργέω
προχειροφόρος
πρόχευμα
προχέω
προχθές
προχθεσινός
προχία
View word page
πρόχειρος
at hand, ready
ShortDef
at hand, ready
Debugging
Headword:
πρόχειρος
Headword (normalized):
πρόχειρος
Headword (normalized/stripped):
προχειρος
IDX:
76819
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76820
Key:
Data
{'content': 'at hand, ready'}