Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προφυράω
προφυρητός
προφύσιον
πρόφυσις
προφυτεύω
προφώγνυμι
προφωνέω
προχάζω
προχαίρω
προχαλάω
προχαλκεύω
προχάνη
προχάραγμα
προχαράσσω
προχαρής
προχαριστήρια
προχειλίδιον
πρόχειλος
προχειμάζω
προχείμασις
προχειράριος
View word page
προχαλκεύω
to forge beforehand

ShortDef

to forge beforehand

Debugging

Headword:
προχαλκεύω
Headword (normalized):
προχαλκεύω
Headword (normalized/stripped):
προχαλκευω
IDX:
76801
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76802
Key:

Data

{'content': 'to forge beforehand'}