Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προφέριστος
προφέρω
προφεύγω
πρόφημι
προφημίζω
προφητεία
προφήτευμα
προφητεύω
προφήτης
προφητικός
προφῆτις
προφητοτόκος
προφθάνω
προφθασία
πρόφθεγξις
προφθείρω
προφθίμενος
προφιλιόομαι
προφιλοσοφητέον
προφλεβοτομέω
προφοβέομαι
View word page
προφῆτις
female prophet
ShortDef
female prophet
Debugging
Headword:
προφῆτις
Headword (normalized):
προφῆτις
Headword (normalized/stripped):
προφητις
IDX:
76752
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76753
Key:
Data
{'content': 'female prophet'}