Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προφασιστικός
πρόφατος
προφάω
προφερής
προφέριστος
προφέρω
προφεύγω
πρόφημι
προφημίζω
προφητεία
προφήτευμα
προφητεύω
προφήτης
προφητικός
προφῆτις
προφητοτόκος
προφθάνω
προφθασία
πρόφθεγξις
προφθείρω
προφθίμενος
View word page
προφήτευμα
prophecy, oracular utterance

ShortDef

prophecy, oracular utterance

Debugging

Headword:
προφήτευμα
Headword (normalized):
προφήτευμα
Headword (normalized/stripped):
προφητευμα
IDX:
76748
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76749
Key:

Data

{'content': 'prophecy, oracular utterance'}