Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προϋποτοπέω
προϋποτρέφω
προϋποτυπόομαι
προϋποφαίνω
προϋποφεύγω
προϋποχέω
προϋποχρίω
προϋπτιάζω
προῦπτος
προὔργου
προυσελέω
προυσέληνος
Προυσίας
προυστέλλιον
προϋφαιρέω
προυφαιρέω
προϋφαρπάζω
προϋφίσταμαι
προφαγεῖν
προφαίνω
προφάνεια
View word page
προυσελέω
to maltreat, insult

ShortDef

to maltreat, insult

Debugging

Headword:
προυσελέω
Headword (normalized):
προυσελέω
Headword (normalized/stripped):
προυσελεω
IDX:
76721
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76722
Key:

Data

{'content': 'to maltreat, insult'}