Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προϋποτάσσω
προϋποτέμνω
προϋποτίθημι
προϋποτοπέω
προϋποτρέφω
προϋποτυπόομαι
προϋποφαίνω
προϋποφεύγω
προϋποχέω
προϋποχρίω
προϋπτιάζω
προῦπτος
προὔργου
προυσελέω
προυσέληνος
Προυσίας
προυστέλλιον
προϋφαιρέω
προυφαιρέω
προϋφαρπάζω
προϋφίσταμαι
View word page
προϋπτιάζω
elate first

ShortDef

elate first

Debugging

Headword:
προϋπτιάζω
Headword (normalized):
προϋπτιάζω
Headword (normalized/stripped):
προυπτιαζω
IDX:
76718
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76719
Key:

Data

{'content': 'elate first'}