Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνθρακίδες
ἀνθρακίζω
ἀνθρακιή
ἀνθράκινος
ἀνθράκιον
ἀνθρακίτης
ἀνθρακοβότανον
ἀνθρακοειδής
ἀνθρακοθήκη
ἀνθρακοπώλης
ἀνθρακόω
ἀνθράκωμα
ἀνθρακών
ἀνθράκωσις
ἄνθραξ
ἀνθρηδών
ἀνθρήνη
ἀνθρήνιον
ἀνθρηνιώδης
ἀνθρηνοειδής
ἄνθρυσκον
View word page
ἀνθρακόω
to burn to cinders

ShortDef

to burn to cinders

Debugging

Headword:
ἀνθρακόω
Headword (normalized):
ἀνθρακόω
Headword (normalized/stripped):
ανθρακοω
IDX:
7667
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7668
Key:

Data

{'content': 'to burn to cinders'}