Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
προϋδροποτέω
προϋιωνός
προϋλακτέω
προύμνη
προῦμνον
προύνεικος
προυνικία
προὐννέπω
προϋπάγομαι
προϋπακουστέον
προϋπακούω
προϋπαλείφω
προϋπαλλάττω
προϋπαντάω
προϋπαρχή
προϋπάρχω
προΰπειμι
προϋπεκλύω
προϋπεξέρχομαι
προϋπεξορμάω
προϋπεργάζομαι
View word page
προϋπακούω
obey before
ShortDef
obey before
Debugging
Headword:
προϋπακούω
Headword (normalized):
προϋπακούω
Headword (normalized/stripped):
προυπακουω
IDX:
76671
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76672
Key:
Data
{'content': 'obey before'}