Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προτύπωμα
προτύπωσις
προϋγραίνω
προϋδροποτέω
προϋιωνός
προϋλακτέω
προύμνη
προῦμνον
προύνεικος
προυνικία
προὐννέπω
προϋπάγομαι
προϋπακουστέον
προϋπακούω
προϋπαλείφω
προϋπαλλάττω
προϋπαντάω
προϋπαρχή
προϋπάρχω
προΰπειμι
προϋπεκλύω
View word page
προὐννέπω
to proclaim, announce (προεννέπω)

ShortDef

to proclaim, announce (προεννέπω)

Debugging

Headword:
προὐννέπω
Headword (normalized):
προὐννέπω
Headword (normalized/stripped):
προυννεπω
IDX:
76668
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76669
Key:

Data

{'content': 'to proclaim, announce (προεννέπω)'}