Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προτρυγητήρ
προτρώγω
προτυγχάνω
προτυμβίδιος
προτυπόω
προτύπτω
προτύπωμα
προτύπωσις
προϋγραίνω
προϋδροποτέω
προϋιωνός
προϋλακτέω
προύμνη
προῦμνον
προύνεικος
προυνικία
προὐννέπω
προϋπάγομαι
προϋπακουστέον
προϋπακούω
προϋπαλείφω
View word page
προϋιωνός
great-grandson

ShortDef

great-grandson

Debugging

Headword:
προϋιωνός
Headword (normalized):
προϋιωνός
Headword (normalized/stripped):
προυιωνος
IDX:
76662
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76663
Key:

Data

{'content': 'great-grandson'}