Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
πρότριτα
προτροπάδαν
προτροπάδην
προτροπή
πρότροπος
πρότροχος
προτρύγαιος
προτρυγάω
προτρύγησις
προτρυγητήρ
προτρώγω
προτυγχάνω
προτυμβίδιος
προτυπόω
προτύπτω
προτύπωμα
προτύπωσις
προϋγραίνω
προϋδροποτέω
προϋιωνός
προϋλακτέω
View word page
προτρώγω
eat beforehand
ShortDef
eat beforehand
Debugging
Headword:
προτρώγω
Headword (normalized):
προτρώγω
Headword (normalized/stripped):
προτρωγω
IDX:
76653
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76654
Key:
Data
{'content': 'eat beforehand'}