Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προτομή
προτονίζω
προτόνιον
πρότονοι
πρότονος
προτοῦ
προτραγῳδέω
προτραχύνω
προτρέπομαι
προτρέπτης
προτρεπτικός
προτρέπω
προτρέφω
προτρέχω
προτριακάς
προτρίβω
πρότριτα
προτροπάδαν
προτροπάδην
προτροπή
πρότροπος
View word page
προτρεπτικός
persuasive

ShortDef

persuasive

Debugging

Headword:
προτρεπτικός
Headword (normalized):
προτρεπτικός
Headword (normalized/stripped):
προτρεπτικος
IDX:
76637
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76638
Key:

Data

{'content': 'persuasive'}