Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προτεχνολόγημα
προτεχνόομαι
προτήθη
προτήθυς
προτήκω
προτήνιον
προτηρέω
Προτιάων
προτιθασεύω
προτίθημι
προτίκτω
προτιμάω
προτίμησις
προτιμητέον
προτιμία
πρότιμος
προτιμωρέω
προτινάσσω
προτίοπτος
προτιόσσομαι
προτιτλόω
View word page
προτίκτω
bring forth prematurely

ShortDef

bring forth prematurely

Debugging

Headword:
προτίκτω
Headword (normalized):
προτίκτω
Headword (normalized/stripped):
προτικτω
IDX:
76610
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76611
Key:

Data

{'content': 'bring forth prematurely'}