Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προταρβέω
προταριχεύω
πρότασις
προτάσσω
προτατέον
προτατικός
προτέγγω
προτέγιον
προτέγισμα
προτείνω
προτειχίζω
προτείχισμα
προτεκνόω
προτέλεια
προτέλειος
προτελειόω
προτέλεσις
προτέλεσμα
προτελεσματικός
προτελευταῖος
προτελευτάω
View word page
προτειχίζω
protect by a wall

ShortDef

protect by a wall

Debugging

Headword:
προτειχίζω
Headword (normalized):
προτειχίζω
Headword (normalized/stripped):
προτειχιζω
IDX:
76562
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76563
Key:

Data

{'content': 'protect by a wall'}