Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσωφέλησις
προσωφελητέον
προσωφελητέος
πρόταγμα
προταινί
προταίνιον
προτακτέον
προτακτέος
προτακτικός
προτακτός
πρότακτος
προταλαιπωρέομαι
προταμιεῖον
προταμιεύω
πρόταξις
προταράσσω
προταρβέω
προταριχεύω
πρότασις
προτάσσω
προτατέον
View word page
πρότακτος
posted in front

ShortDef

posted in front

Debugging

Headword:
πρότακτος
Headword (normalized):
πρότακτος
Headword (normalized/stripped):
προτακτος
IDX:
76546
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76547
Key:

Data

{'content': 'posted in front'}