Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσχώριος
πρόσχωρος
πρόσχωσις
πρόσψαυσις
προσψαύω
προσψεύδομαι
προσψηφίζομαι
προσψήφισμα
προσψιθυρίζω
προσψύχω
πρόσω
προσώδης
προσῳδής
προσῳδία
προσῳδός
πρόσωθεν
προσωθέω
προσωνέομαι
προσωνυμία
προσωπεῖον
προσωπικῶς
View word page
πρόσω
forwards, onwards, further; far off (from)

ShortDef

forwards, onwards, further; far off (from)

Debugging

Headword:
πρόσω
Headword (normalized):
πρόσω
Headword (normalized/stripped):
προσω
IDX:
76513
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76514
Key:

Data

{'content': 'forwards, onwards, further; far off (from)'}