Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνθομοιόω
ἀνθομολογέομαι
ἀνθομολόγησις
ἀνθονομέω
ἀνθονόμος
ἀνθοπλίζω
ἀνθόπλισις
ἀνθοπλίτης
ἀνθοπλοκία
ἀνθοπλόκος
ἀνθοπώλης
ἀνθορίζω
ἀνθορισμός
ἀνθορμέω
ἄνθορος
ἄνθος
ἄνθος2
ἀνθοσμίας
ἀνθοσύνη
ἀνθοφορέω
ἀνθοφόρος
View word page
ἀνθοπώλης
flower-seller
ShortDef
flower-seller
Debugging
Headword:
ἀνθοπώλης
Headword (normalized):
ἀνθοπώλης
Headword (normalized/stripped):
ανθοπωλης
IDX:
7637
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-7638
Key:
Data
{'content': 'flower-seller'}