Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσυμφωνέω
προσυνάγω
προσυναθροίζομαι
προσυναίρεσις
προσυναιρέω
προσυνεδρεύω
προσύνειμι
προσυνίστημι
προσυνοικέω
προσυντάσσω
προσυντελέω
προσυντίθεμαι
προσυντρίβω
προσυπακουστέον
προσυπακούω
προσυπαναπτύσσω
προσυπαντάω
προσυπαρκτέον
προσυπάρχω
προσύπειμι
προσυπεμφαίνω
View word page
προσυντελέω
complete before

ShortDef

complete before

Debugging

Headword:
προσυντελέω
Headword (normalized):
προσυντελέω
Headword (normalized/stripped):
προσυντελεω
IDX:
76363
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76364
Key:

Data

{'content': 'complete before'}