Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσυμβιβάζω
προσύμβολον
προσυμμίσγω
Προσυμναῖος
προσυμνέω
προσυμπάσσω
προσυμφύομαι
προσυμφωνέω
προσυνάγω
προσυναθροίζομαι
προσυναίρεσις
προσυναιρέω
προσυνεδρεύω
προσύνειμι
προσυνίστημι
προσυνοικέω
προσυντάσσω
προσυντελέω
προσυντίθεμαι
προσυντρίβω
προσυπακουστέον
View word page
προσυναίρεσις
antecedent aggregation

ShortDef

antecedent aggregation

Debugging

Headword:
προσυναίρεσις
Headword (normalized):
προσυναίρεσις
Headword (normalized/stripped):
προσυναιρεσις
IDX:
76356
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76357
Key:

Data

{'content': 'antecedent aggregation'}