Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προσυγγίγνομαι
προσυγγράφομαι
προσύγκειμαι
προσυγχέω
προσυγχρίω
προσυζεύγνυμι
προσυλακτέω
προσυλάκτησις
προσυλλέγομαι
προσυλλογίζομαι
προσυλλογισμός
προσυλλογιστέον
πρόσυλος
προσυμβαίνω
προσυμβιβάζω
προσύμβολον
προσυμμίσγω
Προσυμναῖος
προσυμνέω
προσυμπάσσω
προσυμφύομαι
View word page
προσυλλογισμός
prosyllogism

ShortDef

prosyllogism

Debugging

Headword:
προσυλλογισμός
Headword (normalized):
προσυλλογισμός
Headword (normalized/stripped):
προσυλλογισμος
IDX:
76342
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76343
Key:

Data

{'content': 'prosyllogism'}