Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

προστοχάζομαι
προστραγῳδέω
προστρατεύω
προστρατηγέω
προστραχηλίζω
προστρεβλόω
προστρέπω
προστρέφω
προστρέχω
προστρίβω
πρόστριμμα
πρόστριψις
προστρόπαιος
προστροπή
πρόστροπος
προστρουθίζω
προστροχάζω
προστροχαστής
πρόστροχος
προστρωννύω
προστυγχάνω
View word page
πρόστριμμα
that which is rubbed on

ShortDef

that which is rubbed on

Debugging

Headword:
πρόστριμμα
Headword (normalized):
πρόστριμμα
Headword (normalized/stripped):
προστριμμα
IDX:
76311
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-76312
Key:

Data

{'content': 'that which is rubbed on'}